Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

Γυμνό σύρμα θάλασσας πουλιών στ’ αυτόφωρο «μου λείπεις Ποίημα»


ΦΥΣΑΕΙ ΟΜΗΡΙΚΗ ΑΥΓΗ ΣΤΟ ΡΟΔΟΠΕΤΑΛΟ ΠΟΙΗΜΑ
καρτερία κόκκινο κοράλλι
αμφιβολία δρυοκολάπτης κυκλάμινου
δροσοσταλιά κόκκινης κλωστής
στην ανέμη της φαντασίας των ποιητών


πλην ο αφαλός της μοναξιάς υποτελούς αιδοίου
ομοιοπαθητική αναμόχλευση
εκείνης της κόκκινης πεταλούδας των αγρών
με τα φτερά της καστανιέτες
στο χορό των λουλουδιών
θα κυκλοφορήσω στα χέρια σου λευκός;
οι παλάμες μου θα γιομίσουν άστρα;
το πράσινο φως της πιο μακρινής κατάφασης αργεί;
σιωπή και ποίηση εικόνες χιαστί
σαν παραμύθι σκιάς ανέμων
μετάξι σιωπής αιώνων
σαν ρέμβη μηδέν αστέρων
στα συμφραζόμενα χρυσής ανταύγειας ονείρου
μικρό άσπρο πανί πόθου σεργιανίζει
βουβά μεσάνυχτα καταπέλτης γης ουρανού
σήμερα δικός και αύριο ξένος
εχθρός και φίλος
πέτρα σκληρή και πούπουλο
«φυγάς κατελθών»
«θετικός σα μεταφυσική»
σ’ άφυλλο δένδρο
μιλώ μιαν άλλη γλώσσα
διαμελίζοντας ιμάτια προσχήματα-
Ποίημα καρποφόρο,
σαρκοφάγο Ποίημα
αυτοαναιρούμενο
υποφαινόμενο
αυτόχρημα καθρέφτης λόγου
επιμύθιο ήβης αντιθέτων φόβου:
στάθηκα μετέωρος
ανάμεσα σε μια σκέψη κι ένα φιλί ερήμην
ΤΥΠΟΣ ΤΩΝ ΗΛΩΝ ΑΠΟ ΜΥΡΙΑΔΕΣ ΙΑΧΕΣ ΣΙΩΠΗΣ
έρχεσαι από μακρινούς ορίζοντες
περνάς και χάνεσαι στην ανατολή
κάποτε θα σταθείς
και θα κλέψω τη δίνη του ίσκιου σου-
ρίμα υποταγμένη
στη μεταφυσική αφανούς γεωμετρίας στίχων,
φτεροδύναμες σπονδές
νεύοντας «εις πέδον κάρα»
στα διάσελα του ιάμβου
σ’ αυτό ή σ’ άλλο ποίημα
επτά πλέθρα
έπιασε πέφτοντας ο στίχος
θα χαθούν επιθυμίες σε μια γκρίζα χασμωδία;
πείσματα νηπενθή
στην πλανόδια ομορφιά των κρίνων
περιούσια κατακλείδα
που η αναμονή έχει σμιλέψει
 «έρως ανίκατε μάχαν»
σε κυνηγούν ερινύες συνήθειας
στη γαλάζια υδατογραφία

 [Τάσος Κάρτας, Οι λέξεις μέσα στο Ποίημα εικόνες σκέψεων και συναισθημάτων είναι και οι εικόνες που τις έντυσαν λαβύρινθος επιθυμίας λέξεων «για πράγματα που αρχίζουν να συμβαίνουν» ερήμην – στίχοι εικονολάτρες φωτογραφία λεξιθήρας και η ευπροσήγορη ηχώ της μοναξιάς στο τεντωμένο σχοινί μιας ανάγκης λανθάνουσας για ουρανό! – ART by κ ART ά SOS ]

Κάγχασε μέσα απ’ το ακουστικό κοχύλι του ουραγός πρίγκιπας, βασιλιάς των χορευτών της λίμπιντο:


ΣΥΝΑΞΗ ΜΟΝΑΞΙΑΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΕΙΣ ΤΟ ΘΕΑΘΗΝΑΙ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
μας χωρίζουν άμαχες λέξεις
εκατομμύρια έτη φωτός
ετοιμόρροπη σιωπή, εύφημη χρεία
στιχάκια αλληλέγγυα
στην ποιητική τους αναδίπλωση
στιγμές με τη λάμψη της αστραπής
αιώνες με τη σφοδρότητα της καταιγίδας
άπω βούκινο ερημίας έσω


με υποτάσσει η πεμπτουσία των ανατροπών
με διαπερνάει σειρήνα Φαντασίας και Λόγου
ποιήματα μηρυκάζουν άλλα ποιήματα,
γραμμική άβατων στίχων
στ΄ άδυτο περιθώριο άλλων στίχων προτρέχει
κύκνειοι κάλυκες οργασμού 
λάμνουν τη μεροληψία τους
εις τι θεαθήναι των λέξεων 
πόθος αναστενάρης
μέσα σ’ άλλους πόθους
που κάπως ξέρει από μελαγχολία
ΣΕ ΠΟΙΑΝΟΥ ΟΝΕΙΡΟ ΜΕΣΑ ΕΙΜΑΙ, ΕΙΣΑΙ ΑΡΑΓΕ;
αν όλα τούτα είναι σκιές, εμείς πού είμαστε τάχα;
κι ο έρωτας, το ποίημα, η αγωνία του η κρυφή
πού απαγκιάζουν έξω απ’ το αμπάρι τους;
ρόδινου ονείρου δόλια μάνα
πεταλίδα στην αφάνα παλίνδρομου βράχου
σείστρο του ανέμου όλη τη νύχτα σαν αγαπιέσαι
στου ουράνιου τόξου τις λιόκαλες σπονδές
σκύβαλο παραλήρημα φυλλοβόλου λόγου
περίακτοι συμβολισμοί αείφυλλων γυναικών-
επιδείνωση άστατου ποιήματος
σημαδιακές κουβέντες
όστρια μοναξιά
στα μάτια σου τα χρόνια λόγια
τα πάθη λάθη σε χέρια γυρίζουν
και προπορεύονται απ’ την ανέμη των ποιητών
σ’ άλλων ερωτευμένων τα νικηφόρα όνειρα
θ’ ανταμώνουμε κυματισμούς ηδονικών βλεμμάτων
ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΜΗΚΟΣ ΧΡΩΜΑΤΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΜΗ ΤΩΝ ΣΤΙΧΩΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΩΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ…
ό,τι χάνεις σε ζωή
στύβοντας έμπνευση και σεκλέτια
μεταγγίζει προς τα μέσα
το σπόρο το καλό τον χερουβίμ:
οιωνοί με τις φτερούγες της κραυγής τους ανοιχτές
οιονεί σιωπή μαρμαρένια κατακλείδα
στον ίδιο παρά φύσιν στίχο…
τρέχον σώμα πρόσω ηρέμα
κάγχασε μέσα απ’ το ακουστικό κοχύλι του
ουραγός πρίγκιπας
βασιλιάς των χορευτών της λίμπιντο
ακόρεστη δίψα ανάμνησης χρωμάτων
νοσταλγία που αποφανατίστηκε
όμαιμη σ’ ένα αμίλητο κορμί
ως τα πλάτη ηχηρών ανέμων
άνοιξες διάπλατα λέξεις πόδια κλαδιά
μαινάδα αμέτρητες φορές και ποίημα μία


 [Τάσος Κάρτας, Οι λέξεις μέσα στο Ποίημα εικόνες σκέψεων και συναισθημάτων είναι και οι εικόνες που τις έντυσαν λαβύρινθος επιθυμίας λέξεων «για πράγματα που αρχίζουν να συμβαίνουν» ερήμην – στίχοι εικονολάτρες φωτογραφία λεξιθήρας και η ευπροσήγορη ηχώ της μοναξιάς στο τεντωμένο σχοινί μιας ανάγκης λανθάνουσας για ουρανό! – ART by κ ART ά SOS ]

Όμως σ’ αυτό εδώ το Ποίημα διασχίζω κάθετα όλες τις ευκτικές Κυριακής εστίασης


ΠΥΡ ΓΥΝΗ ΚΑΙ ΠΟΙΗΜΑ ΤΕΛΕΣΦΟΡΟ
τρομάζω στη γλώσσα των ποιητών
το άγχος της μετ’ επανόδου διαδρομής
κάτι ακόμα που ήταν να ειπωθεί
αλλά δεν βρέθηκαν έκπληκτες λέξεις


ελπίδες του σώματος και της ψυχής
κρυμμένες μες στο στίχο
στο γαλάζιο ουρανό υπαινιγμοί παλίρροιας
ιδιωτική οδός δημόσιων λιθοβολισμών
μέχρι τη χάρτινη άκρη παραλίας
όπου θα αποστάξουνε οι αυριανές μας τύψεις
όμως σ’ αυτό εδώ το Ποίημα
προπατορική χαρούλα η ποδηλάτισσα
διασχίζει κάθετα το πρωινό μας Σάββατο
αρμενίζοντας όλες τις ευκτικές
παράλληλα μ’ ένα στριγκό κουδούνι
σε δρίμες αυγουστιάτικες
προσπέραση στιγμιαίας νοσταλγίας
από τη γυαλιστερή πλευρά ζουμ ποδηλατόδρομου
ΘΕΣΗ ΠΕΡΙΟΠΤΗ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΞΗ ΕΣΚΕΜΜΕΝΑ
δεν πνέει η ανασαιμιά των στίχων
και βλέπω εκείνη τη γυναίκα
φωτιά ψηλή σα ρίγος προσευχής
εικόνισμα που δείχνει την ψυχή όλων των λουλουδιών-
έχω πιαστεί στην ίδια παγίδα με Λαιστρυγόνες Κύκλωπες
τη Μαρία Μαγδαληνή θλιμμένη Παναγιά
τις πιο πολλές φορές ήταν Πάσχα
κι έριχνε μια ψηλή βροχή Μεγάλης Παρασκευής
συνονθύλευμα Κυριακής εστίασης-
γόρδιο κενό τρίστρατο φιλί
διελκυστίνδα χρόνου, χώρου ιδεών:
λάθος μονοπάτι πολύφημη στροφή
πνιγμένοι στίχοι σ’ ανελέητες στιγμές
βοήθεια με σβησμένη την κραυγή της
προτού να είσαι σε θέση να διαλέξεις
 άκλιτες λέξεις
απλώνεται άρδην ατέρμονο ποίημα


[Τάσος Κάρτας, Οι λέξεις μέσα στο Ποίημα εικόνες σκέψεων και συναισθημάτων είναι και οι εικόνες που τις έντυσαν λαβύρινθος επιθυμίας λέξεων «για πράγματα που αρχίζουν να συμβαίνουν» ερήμην – στίχοι εικονολάτρες φωτογραφία λεξιθήρας και η ευπροσήγορη ηχώ της μοναξιάς στο τεντωμένο σχοινί μιας ανάγκης λανθάνουσας για ουρανό! – ART by merzbach anke ]

Αλλά ο ασθενής στίχος δούρειος χρησμός κάθε τρεις και τόσο μ’ άλλο στιχοπουκάμισο


ΕΜΑΘΑ ΝΑ ΚΡΥΒΩ Ο,ΤΙ ΠΙΟ ΠΟΛΥ ΠΟΘΩ
(ό,τι κρύβω όλη η αλήθεια – μοναξιά παντάνασσα)
«ας βγουν οι λέξεις λυγαριές και τα μπουμπούκια κρήνες»,
που λέει και ο ποιητής
ν’ αποδεκατίσουν τ’ αποσιωπητικά που φωταγώγησα
στο παρακατιανό μου ποίημα-
στίχοι άηχοι φωνές υποδόριες
στις εγγενείς τις αντιφάσεις…

μια σειρήνα ζητάει τη φωνή μου
η παρομοίωση πέτυχε
επωδός μεταφορά
αλλά ο ασθενής στίχος δούρειος χρησμός
κάθε τρεις και τόσο μ’ άλλο στιχοπουκάμισο
κραδαίνοντας υγρό πυρ μονόξυλο σιωπής
μέσα συθέμελης ζωής Οξύμωρο! υστεροφημίας
δεσμώτης στον ίλιγγο της σκιάς των λέξεων
γυμνός από γραφή και έμπνευση
Μ’ ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΝΑ ΣΚΙΖΕΙ ΤΟ ΦΟΝΤΟ
Μαγνάδι του κοριτσιού από ένα άλλο στίχο πορφυρογέννητο
μήλον της έριδος η λέξη που δεν βρέθηκε ακόμα
να φυλακίζει μύχιες υποσχέσεις στο Ποίημα-
λεοντή στην απαστράπτουσα περίοδο του ονείρου
τι άλλο θα εισχωρήσει στο τουμπανιασμένο ποίημα
σαν υγρασία σιωπηλή και δόλια
που καταβρόχθισε τη γονιμότητα
του αναστεναγμού των φύ(λ)λων;
ποια ανταύγεια θα ποτίσει μ’ όνειρα λέξεων
την ήβη που σκιρτά αεί γηράσκουσα
και νυν καιόμενη βάτος;
η θητεία σου στον στρουκτουραλισμό
αντίποινο βραχνό
καθώς διεκδικεί τη μοίρα της μέσα στο ποίημα:
να κρύψει αυτό που είναι φανερό και με γυμνό το μάτι
μέσα συθέμελη ζωή
μετείκασμα θνητό
κύμβαλο άλλοθι
που κουβανώ on line στο P.C. μου

 [Τάσος Κάρτας, Οι λέξεις μέσα στο Ποίημα εικόνες σκέψεων και συναισθημάτων είναι και οι εικόνες που τις έντυσαν λαβύρινθος επιθυμίας λέξεων «για πράγματα που αρχίζουν να συμβαίνουν» ερήμην – στίχοι εικονολάτρες φωτογραφία λεξιθήρας και η ευπροσήγορη ηχώ της μοναξιάς στο τεντωμένο σχοινί μιας ανάγκης λανθάνουσας για ουρανό! – ART by ………….. ]

Ώσπου να πεις κύμινο χρώματα μουσικές χτενίζουν τις κοτσίδες του ποιήματος


ΜΕΣΟΥΡΑΝΑ ΤΗΣ ΝΟΣΤΑΛΓΙΑΣ ΜΑΓΙΚΟΥ ΡΕΑΛΙΣΜΟΥ
γυρίζω στη στάσιμη όχθη του περυσινού καλοκαιριού
στο μπαλκόνι του φθινόπωρου
το κορίτσι με τις δίδυμες πλεξίδες
υποδύεται ένα μοβ ποτιστήρι
μεσούρανα της νοσταλγίας μαγικού ρεαλισμού
γλάστρες με τους φίκους μυτίζουν
τους πόθους της νύχτας
αναδύεται από το παραλήρημα κορυφαία σιωπή
ξόρκι στον εξπρεσιονισμό δίσεκτου χειμώνα
όπως η βροντή του σύννεφου
απ’ το βλέμμα της αστραπής
έτσι κρέμεται σε μια κλωστή κατηγορικός ο στίχος
να ’χεις το νου σου στη γραμμική
του ποιήματος υπόσχεση
να ’χεις το νου σου στο φιλί,
ροδόσταμο ερέθισμα στα πλάτη του ανέμου
ώσπου να πεις κύμινο
χρώματα μουσικές
χτενίζουν τις κοτσίδες του ποιήματος


ΜΑ ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΙΜΑΙ ΠΑΡΑ ΤΟ ΑΘΥΡΜΑ ΣΤΙΣ ΚΛΑΙΟΥΣΕΣ ΜΟΝΟΜΑΝΙΕΣ
«αν δεν ρισκάρεις με παρόν
κανένα παρελθόν δεν πνίγει μέλλον»
τάδε έφη Γιάννης Βαρβέρης
κρυφά ερωτευμένος σ’ ένα Ποίημα
με μια παλιά Cortina
Μα εγώ δεν είμαι παρά το άθυρμα
στις κλαίουσες μονομανίες μου….
όμαιμος σε μια λάμψη σαν της αστραπής
στων υακίνθων την ουράνια σκάλα
σ’ ένα ενάλιο κορμί
ως τα πλάτη ηχηρών ανέμων
ψυχή μου διάτρητη
στη ρότα άσφαιρου τοπίου
μηδέν εις το πηλίκον υψικαμίνου σώματος
η Ποίηση μια ήττα στο παρόν
ο Ποιητής ο πιο γενναίος απ’ τους ηττημένους
χρονομέτρης του μηδέν άγαν
μούσα ανάγλυφη μοναξιά
μ’ αυτό το πλευρό να κοιμάσαι,
στα χείλια του ασφόδελου μια πολιτεία πασχαλίτσες
ΝΑ ΣΗΚΩΘΕΙ Η ΦΟΥΣΤΑ ΣΟΥ ΣΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΜΟΥ ΤΟ ΔΡΟΜΟ
να γδύνεσαι χαμόγελα και λάγνα σ’ αγαπώ
για να ψιλώνω ως τα κατάρτια του ουρανού
όπου παραμονεύει το αειπάρθενο φιλί σου-
αιωνόβια προσμονή σαν αγιασμός στα μάτια
τι τέξεται η επιούσια έκφραση;
ποιο γόητρο ξοδεύουνε οι λέξεις της;
σε ποιο λημέρι αποκοιμήθηκε σειρήνα έμπνευσης;
μήπως αναρωτιέσαι ανέξοδα
κλώθοντας δίκλωνες κραυγές απ’ την αφάνεια σου;
διάττοντες στίχοι κλιμακτήριος ρυθμός
κοπάδι μαδημένες μαργαρίτες
γλυκοματιάζοντας συνουσία διττή
ασπαίρει και βογκά στύση αποδημητική-
ερπυστιοφόρο όνειρο τυλίχθηκε
σαν κόκκινη κλωστή σαν την ανέμη
οι προτάσεις των ποιητών
σειρήνες μ’ απειλή και κίνδυνο
μεγαλώνουν στην αφαίρεση μυριάδων μνήσθητι

 [Τάσος Κάρτας, Οι λέξεις μέσα στο Ποίημα εικόνες σκέψεων και συναισθημάτων είναι και οι εικόνες που τις έντυσαν λαβύρινθος επιθυμίας λέξεων «για πράγματα που αρχίζουν να συμβαίνουν» ερήμην – στίχοι εικονολάτρες φωτογραφία λεξιθήρας και η ευπροσήγορη ηχώ της μοναξιάς στο τεντωμένο σχοινί μιας ανάγκης λανθάνουσας για ουρανό! – ART by ADAMSON the heaven above ]

Ω μοναξιά εισχωρείς μέσα στο βράδυ σαν κλητική προσφώνηση βοώντος θανάτου


ΕΤΣΙ ΤΟ ΕΔΕΣΑ ΣΚΟΙΝΙ ΞΟΡΔΟΝΙ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΘΕ ΤΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟΣΟ Μ’ ΑΛΛΟ ΣΤΙΧΟΠΟΥΚΑΜΙΣΟ
η ποίηση του καθενός δική του ελπίδα υποτέλειας
μήτρα αλλόκοτης αλληγορίας
μύθος αλήθειας, σύμβολο μνηστήρων
μάθημα πάθημα φύρδην μίγδην
ουράνια κόρη γδύνεται τις αστραπές
το θείο της βιολί μπροστά στα μάτια μου οπλίζει μουσική
βογκάει λυγάει τα κλαδιά ο βυθός
ο μαύρος της προσευχής
απλώνει χρυσώνει τα βήματα
το μαντήλι το χρυσό του Ονείρου
ξεχειλίζει το στήθος των πραγμάτων ρωγμές
πυροβολεί εκπυρσοκροτεί
η μακριά η κάνη το περίστροφό μου

φύτεψα ήλιους τριαντάφυλλα σήμερα
κι απ’ τον κήπο σου πέταξε ένα πουλί
έτσι το έδεσα σκοινί κορδόνι το Ποίημα:
κάθε τρεις και τόσο
μ’ άλλο στιχοπουκάμισο
αναστενάρισσα στον πόθο μας
ΦΕΥ, ΠΑΛΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΚΑΤΑΚΛΥΣΜΟ ΛΕΞΕΩΝ
τι πλανόδια που είναι η θλίψη
τι βλέμμα η σιωπή των στίχων
μας χωρίζουν άμαχες λέξεις ως την τέλεια Χρυσηίδα
δίψα ιαματικού πόθου
ριπές μονοσύλλαβης ερημίας
κύμβαλο άλλοθι φυλλοβόλου λόγου
πλεκτάνη θεοφάνειας στο ποίημα…
εκεί που ήξερα να πω το τέλος
εύφλεκτο σπέρμα
δρομολόγησε την εμβέλεια της βάρδιας του
στις έγκλειστες κλεψιγαμίες
ως υποχθόνια διάψευση-
φευ πάλι θα κάνει κατακλυσμό λέξεων…
κύκνειου οργασμού άναυδο σώμα
περιβόητο λευκό χαρτί
μετείκασμα θνητό
ψυχή μου διάτρητη
στη ρότα άσφαιρου τοπίου
απ’ το ανοιχτό παράθυρο
φεγγίζει η μελαγχολία του καιρού
ω μοναξιά εισχωρείς μέσα στο βράδυ
σαν κλητική προσφώνηση βοώντος θανάτου

 [Τάσος Κάρτας, Οι λέξεις μέσα στο Ποίημα εικόνες σκέψεων και συναισθημάτων είναι και οι εικόνες που τις έντυσαν λαβύρινθος επιθυμίας λέξεων «για πράγματα που αρχίζουν να συμβαίνουν» ερήμην – στίχοι εικονολάτρες φωτογραφία λεξιθήρας και η ευπροσήγορη ηχώ της μοναξιάς στο τεντωμένο σχοινί μιας ανάγκης λανθάνουσας για ουρανό! – ART by Carlos Terran ]

ΓΥΡΙΣΤΡΟΥΛΑ ΣΙΩΠΗ ΣΤΑ ΠΙΟ ΨΗΛΑ ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΜΟΛΙΣ ΠΟΙΗΜΑ Η ΧΘΕΣΙΝΗ ΜΟΥ ΕΜΠΝΕΥΣΗ


ουρανό ατένιζες που έφτιαξες με βλέμματα
συνομήλικα με τη σιωπή-
μισή τυφώνας βάρδια φουρνέλα ιχώρ
μισή ύλη σπέρματος και απορία χαλεπή
πνιγμένη σε υπαινιγμούς με όνειρα –
γυριστρούλα σιωπή στα πιο ψηλά τα κείμενα
τις πρώτες μέρες έχεις να πεις πολλά
έπειτα συνηθίζεις
κι αυτό που έχεις το φυλάς
αρτεσιανό της Κυριακής ανήκεστο Δευτέρας
μη σε βρει η μέρα μ’ άλλους στίχους αποστροφής-
εφήμερη κλεψύδρα
κατακερματισμένο τίποτε
ανωτέρας βίας
γοργά καθώς διαβαίνει λεξικό τοπίο
λαμπικάρει έως το κουκούτσι του
εξαπτέρυγο θαυματουργό
σχεδόν αχειροποίητο
μόλις Ποίημα η χθεσινή μου έμπνευση
μακριά ηδονή από σταξιές επέκεινα
στον ήσκιο της το κλιμακτήριο αμίλητο νερό
ΚΟΜΜΟΣ «ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΠΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ
διάττοντες στίχοι αποδημητικός ρυθμός
στα λιλά τσακίδια μιας περπατησιάς
ορυμαγδοί γραμματικής
εξαποστέλλοντας / μετοχές
λιμώττοντας / άναρθρο σκοπό
κι αδιαφορώντας η κοκκινοσκουφίτσα
όταν ο λύκος δεν είναι εδώ
μαδάει μια μαργαρίτα-
κομμός «στην Αλεξάνδρεια που χάνεται»
στο μεταξύ έχει σκοτεινιάσει από νωρίς με σύννεφα
στάσιμο τρισαλίμονο ετήσιο χρονικό επίρρημα
ευνουχισμένο «πριν», «μετά» τρισάγιο –
«αντί» στο γόνατο «μη ενδεώς» ακατάσχετο:
 «θα σου τσακίσω τα φωνήεντα ένα-ένα
να σε δω με σύμφωνα μονάχα μες στο στόμα»,
 «γένοιτο χατέρω καλώς έχον» από καταβολής κόσμου
άναρχο ποίημα σφαγμένο εντός μου
σφαδάζει σε θήκες με όνειρα
στα ύφαλα της Ωγυγίας του Ποιητή
παραλήρημα φυλλοβόλου λόγου αείφυλλων γυναικών
Πλην ο αφαλός της μοναξιάς υποτελούς αιδοίου
μηδέν εις το πηλίκο της λέξης συλημένου σώματος

 [Τάσος Κάρτας, Οι λέξεις μέσα στο Ποίημα εικόνες σκέψεων και συναισθημάτων είναι και οι εικόνες που τις έντυσαν λαβύρινθος επιθυμίας λέξεων «για πράγματα που αρχίζουν να συμβαίνουν» ερήμην – στίχοι εικονολάτρες φωτογραφία λεξιθήρας και η ευπροσήγορη ηχώ της μοναξιάς στο τεντωμένο σχοινί μιας ανάγκης λανθάνουσας για ουρανό! – ART by Rozers ]

Ό,τι κι αν ζωγραφίζω οξιές ερειπωμένες πίσω απ’ το κρυμμένο βλέμμα


ΕΙΣ ΑΥΡΙΟΝ ΟΙ ΣΠΟΥΔΑΙΕΣ ΜΥΟΣΩΤΙΔΕΣ
Ζωγραφίζω μιαν καινούργια μέρα εβένινη
χωρίς μεσημέρι
ζωγραφίζω το πρωί
δυο μεγάλα μάτια απ’ ουρανό γαλάζιο
ζωγραφίζω νύχτα τους φρουρούς
σμάρι κορυδαλλούς και χίμαιρες –
εις αύριον οι σπουδαίες μυοσωτίδες
στα χείλια του ασφόδελου
ασωτεύει μια πολιτεία πασχαλίτσες
πλην η ευχή σ’ αυτή τη στιχοπλοκή
πεμπτουσία υπερεγώ
γυρεύοντας παραληρήματα της ποίησης
ό,τι κι αν ζωγραφίζω
οξιές ερειπωμένες πίσω απ’ το κρυμμένο βλέμμα
δισταγμοί που βιώθηκαν
κι άλλοι που δεν
διατέλεσαν ριπές του ανέμου στον τρύπιο ουρανό-
ζωγραφίζοντας λέξεις
ανθίζουν ποιήματα
προσάναμμα της μοναξιάς
που κουβανώ on line στο P.C. μου

Όρθιοι και μόνοι μπρος στη φοβερή ερημία της



τόσα χρόνια μέρες και νύχτες και πορφυρά μεσημέρια
γράφω και ξαναγράφω αυτόν το Φαύλο Δούρειο Στίχο
Λευκή και Απρόσιτη Παρομοίωση
σαν την αμείλικτη σιωπή στο αναφορικό φεγγαρόφωτο…
απλή σκέψη πτερόεντος λόγου
άμεμπτων συμβολισμών


μα ένα παιδί ζωηρό φανατικό για γράμματα
«α δεν μ’ αρέσει το τετράστιχο αυτό…»
φωνάζει μέσα μου
γράφω και ξαναγράφω αυτόν το Φαύλο Στίχο
Ομοιοκαταληξίες Χρυσηίδων Σιωπής
άνω σχώμεν ευσεβείς πόθους
όλο ανεβαίνοντας ακάλυπτους στίχους
κι όλο ξοδεύοντας μαγικές εικόνες ουρανό

έρμαιο επέκεινα λερναίας εμμονής στην Άτροπο επιθυμία την πρεσβυτέρα των Ποιητών

Τάσος Κάρτας, Έρμαιο Επέκεινα Λερναίας Εμμονής Χρυσηίδων Ρέμβης (Από μηχανής Θεοί λέξεων Επιούσιας Ομοιοκαταληξίας)
[Τόσα χρόνια μέρες και νύχτες και πορφυρά μεσημέρια, γράφω και ξαναγράφω αυτό το Φαύλο Δούρειο Στίχο, λευκή και απρόσιτη παρομοίωση στ’ αναφορικό φεγγαρόφωτο σαν την αμείλικτη σιωπή, απλή σκέψη πτερόεντος λόγου άμεμπτων συμβολισμών Επιούσιας Ομοιοκαταληξίας, αναστενάρισσα στον πόθο μιας στιγμής]