Κόκκινο σάλι
Πάνω απ’ τα καταπράσινα
στιλπνά φύλλα του ιβίσκου
η πρωινή σελήνη ολόγιομη, ολόγυμνη
κολυμπά, λες αιώνια, ξανά
στο απαλό σιέλ
τ’ ουρανού.
Αποβραδίς ξεχάστηκε
απρόσεχτα ριγμένο
στου αίθριου το λευκό ανάκλιντρο
του έρωτα το άλικο σάλι, κατακόκκινο
μονάχο τραγικά, ξεχασμένο να πάλλεται
μέσα στης νύχτας τις ασύστολες πνοές
πάλι ξυπνώντας μεσονύχτιες ηδονές,
που, μετά του ύπνου τη στοργή,
τώρα κανείς πια δεν ρωτά
γιατί παντοτινά μέσα στη λήθη
εγκαταλείφθηκαν:
μα έτσι τυχαία ριγμένο
καλεί σιωπηλά τους ωραίους θεούς
με το βλέμμα το απέραντ’ ατάραχο
ν’ αγαπήσουν ξανά κι εξαρχής
το αιφνίδιο, και πρόσκαιρο, κι άναρχο.
Σ π ύ ρ ο ς Η λ ι ό π ο υ λ ο ς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου