.
.
.
[ Ν Α Κ Ο Ι Μ Α Σ Α Ι ]
.
Να κοιμάσαι
Με τον ήλιο στο ένα μάτι και με το φεγγάρι στο άλλο
Μ’ έναν έρωτα στο στόμα κι ένα ωραίο πουλί μέσ’ στα μαλλιά
Στολισμένη σαν τους κάμπους, σαν τα δάση, σαν τη θάλασσα
Στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο του κόσμου.
Να φεύγεις και να χάνεσαι
Μέσ’ απ’ τους κλώνους των καπνών και τους καρπούς του ανέμου
Πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου
Γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες
Και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούργια σου όψη επάνω.
.
Μετάφραση: Ο δ υ σ σ έ α ς Ε λ ύ τ η ς
Οδυσσέας Ελύτης, Δεύτερη γραφή, Αθήνα, Ίκαρος, 1976, σελ. 72.
..
.
Η Ε Κ Σ Τ Α Σ Η
.
Είμαι μπροστά στο γυναικείο αυτό τοπίο
Σαν το παιδί μπρος στη φωτιά
Χαμογελώντας μόλις κι έχοντας στα μάτια δάκρυ
Μπροστά σε τούτο το τοπίο που όλα σκιρτούνε μέσα μου
Όπως θολώνουνε καθρέφτες και καθρέφτες λάμπουνε
Δυό γυμνά αντανακλώντας σώματα εποχή την εποχή
Χίλιες έχω να χαθώ δικαιολογίες
Στη γης αυτήν επάνω τη δίχως δρόμους
Στον ουρανό αυτό από κάτω τον χωρίς ορίζοντα
Δικαιολογίες καλές που χτες τις αγνοούσα
Και που δεν πρόκειται ποτέ να τις ξεχάσω
Καλά κλειδιά βλεμμάτων κλειδιά κορίτσια των αυτών κλειδιών
Μπροστά σε τούτο το τοπίο όπου δική μου είναι η φύση
Εμπρός στη φωτιά η πρώτη φωτιά
Δικαιολογία καλή λόγος κυρίαρχος
Αστέρι γνωστό και αναντίλεκτο
Και στη γης επάνω και στον ουρανό από κάτω
Έξω απ’ την καρδιά μου και στην καρδιά μου εντός
Μπουμπούκι δεύτερο πρώτο φύλλο πράσινο
Που με τα φτερά της το σκεπάζει η θάλασσα
Κι ο ήλιος στο τετέλεσται που βγαίνει από μέσα μας
Είμαι μπροστά στο γυναικείο αυτό τοπίο
Σαν το κλαδί μες στη φωτιά.
.
.
.
Μ Ε Ε Σ Ε Ν Α
.
Κρατώ τον δρόμο σαν ποτήρι
Γεμάτο φως μαγευτικό
Γεμάτο λόγια ανάλαφρα
Αλλά και γέλια άνευ λόγου
Ο πι’ όμορφος της γης καρπός
Διαβάτες πλήρως ψάθινοι
Πουλιά γαλάζιας απουσίας
Στενό κορίτσι και χλωμό
Το τρώνε πάντα οι έγνοιες
Και πάντα μπρός μου βγαίνει να το
Μικρό κορίτσι που ’ν’ μικρό και αρχαίο
Μου δικαιώνει τα όνειρά μου
Ενδίδει και στους πόθους μου
Και μνήμες αφυπνίζει παιδικές
Στο κύμα το χρυσό του δρόμου.
.
..
Μ Ε Τ Α Ξ Υ Σ Ε Λ Η Ν Η Σ Κ Α Ι Η Λ Ι Ο Υ
.
Σ’ το λέω, πασίχαρη εσύ και φωτεινή,
Η γύμνια σου μού γλείφει εδώ τα παιδικά μου μάτια
Η έκσταση των τρισόλβιων κυνηγών οφείλεται
Στ’ ότι εκάμαν ν’ αβγατίσει θήραμα τελείως διάφανο
Που διαστέλλεται χωρίς νερό σε ανθοδοχείο μέσα
Σαν σπόρος στη σκιά ενός χαλικοβότσαλου.
Γυμνή σε θωρώ και αραβούργημα εδείχτης που υμνεί
Των ωρών ο δείχτης στην κάθε του κάθετη στροφή
Κι ο ήλιος απλώνει να λιαστούν πέρα ώς πέρα μέσα στην ημέρα
Των ηδονών μου οι αχτίδες που έγιναν μεμιάς πλεξίδες.
.
P a u l É l u a r d (1895 1952)
Μετάφραση: Γ ι ώ ρ γ ο ς Κ ε ν τ ρ ω τ ή ς
Από: http://alonakitispoiisis.blogspot.com/search/label/ELUARD
..
Φωτογραφία : Alfred Cheney Johnston
.
.
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου