Η ποιητική συλλογή της Ιωάννας Μουσελιμίδου «Ανοίκειος νόστος» αποτέλεσε μια ωραία έκπληξη για μένα. Μέσα στις αμέτρητες ποιητικές συλλογές που πέφτουν στα χέρια μου, αυτή η συλλογή στάθηκε σαν μια αχτίδα φωτός που ξεχωρίζει, γιατί διαθέτει εκλεκτή, ραφιναρισμένη ποιότητα.
Η ποιητική φωνή της Ιωάννας, αν και δραματική στον πυρήνα της, με έθρεψε με τη λεπτή ευαισθησία ύφους, με την ευγένεια, καθώς και με τη γνήσια, ειλικρινή εξομολόγηση.
Η ποιήτρια έχει την τόλμη, γιατί όντως χρειάζεται τόλμη, μέσα από την τέχνη της να εκθέσει τον εσωτερικό της κόσμο, να τον εκθέσει γυμνό και σε βάθος. Αυτή η ψυχική απογύμνωση, και ασφαλώς μέσα από τον καλοστρωμένο και καλοδουλεμένο λόγο της, αυτή η κατάθεση ψυχής είναι το πολύτιμο, το ευγενές μέταλλο που ανυψώνει και εξευγενίζει τον κάθε αναγνώστη που θα βυθιστεί στη συλλογή της. Τα ποιήματα της Ιωάννας αποτελούν «ημερολόγιο σε ξένα χέρια», όπως λέει ένας στίχος του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου. Θεωρώ μεγάλη αρετή για ένα τεχνίτη της ποίησης να εκφράζει τον μύχιο εαυτό του ατόφια, ακέραια, απογυμνωμένα, χωρίς κρυψίνοια, μισόλογα, μπερδεμένα σύμβολα, και πολλά δήθεν.
Η γεμάτη φως και ακέραια εξομολόγηση της Ιωάννας στη συλλογή της επιτυγχάνεται με την ευθύβολη , στρωτή και άρτια αισθητικά έκφραση. Το ύφος της είναι συγχρόνως βαθύ αλλά και ανάλαφρο, διαυγές και πεντακάθαρο, χωρίς βαριά στολίδια, ερμητικά σχήματα και εικόνες, που συσκοτίζου και κουράζουν τον αναγνώστη. Η ποίησή της είναι λυρική, όμως έχει μια λιτότητα, η λυρικότητά της είναι απέριττη, χωρίς υπερβολές και ποικίλματα, και ασφαλώς μας κερδίζει.
Η ποιήτρια συγκινεί γιατί εκφράζει το πάθος και τη λαχτάρα για τον έρωτα, αλλά συγχρόνως και την υπαρξιακή αγωνία, την ήττα, την απώλεια της αγάπης, τη μνήμη, τη νοσταλγία. Εκφράζει την καταφυγή στο όνειρο, την ενδοστρέφεια, τη θαλπωρή που δίνει η τέχνη και η μαγεία των λέξεων. Ουσιαστικά καταγράφει την αγωνία του πάσχοντος ανθρώπου, που γυρεύει να περάσει απεγνωσμένα από το σκοτάδι στο φως και να ζήσει με ένταση την ομορφιά της ζωής.
Αν οι στίχοι της Ιωάννας είναι ημερολόγιο σε ξένα χέρια, δεν διαφεύγει από την προσοχή μας το βάρος και η σημασία που δίνει στη ζεστασιά, στην αναζωογονητική φλόγα του έρωτα που είναι ο δίαυλος προς την κατάκτηση της πεμπτουσίας της ζωής, το στήριγμα που δίνει νόημα στη ζωή της. Σας διαβάζω
τους ερωτικούς στίχους:
(από το ποίημα Μεταμόρφωση)
Να αγγίζει ποθεί,
το αίμα που σφύζει
στην κόψη του έρωτα.
(Εκ των ένδον)
Ήχοι και σχήματα κολυμπούν
στα σπλάχνα,
ο θρυμματισμένος αντίλαλος της ηδονής
(Μετάληψη)
Προσδοκώ ανάσταση
φυτεύοντας άστρα
στα άλση των χαδιών σου
Μαζί με τον έρωτα, που η λαχτάρα για την απόκτησή του αδιάκοπα πυρώνει, η συλλογή «Ανοίκειος νόστος» δίνει μορφή και εξομολογείται τη διάψευση των επιθυμιών, την απώλεια, τον αποχωρισμό από αγαπημένο πρόσωπο, την μνήμη μιας χαμένης πια ερωτικής ευτυχίας. Γι’ αυτό τη χαρακτηρίζω ποίηση δραματική, που ωστόσο μέσα από τόσα πάθη και δοκιμασίες έχει τη δύναμη να χαρίζει φως,να απαυγάζει ελπίδα, αξιοπρέπεια και ομορφιά.
Σταχυολογώ στίχους που σκιαγραφούν την αγωνία της ποιήτριας να αντιμετωπίσει τη μοναξιά, την ανάμνηση και αναπόληση για αγαπημένο πρόσωπο, καθώς επίσης και τη δύναμη που πρέπει να βρει για να αντέξει την απώλεια, τον πανικό, την αποξένωση.
(Από το ποίημα Ανασκαφή)
Το μεταξένιο χάδι του
σκόρπισε πάλι ο φόβος
Άγνωστη πια
πρέπει να συνθλίψει τις αισθήσεις της.
Λήκυθος είναι σπασμένη
στο χώμα των καιρών
που την τέλεια μορφή της
αέναα ποθεί.
(Επ’ άπειρον)
Και πριν και μετά το φως
σε ακραία ταλάντωση θλίψης
και κάθε άλλου μαρτυρίου
επ’ άπειρον η μνήμη.
Εκβάλλω στο φως
εικόνα μετέωρη
σε φόντο ασταθές.
Αν και τα ποιήματα σπαρακτικά δηλώνουν το οδυνηρό πέρασμα από την απώλεια του έρωτα προς μια νέα συνάντηση μαζί του, δεν μας πτοούν, δεν συνθλίβουν, δεν προκαλούν ασφυξία από τη λύπη και τον πόνο.
Η Ιωάννα έχει το χάρισμα μέσα από την τέχνη της να μας ωθεί να νιώσουμε καταστάσεις που γνωρίζουμε- γιατί αλήθεια ποιος δεν έζησε την απώλεια του έρωτα στη ζωή του. Συνταυτιζόμαστε με τις δοκιμασίες που περνάει η ποιήτρια γιατί τις νιώθουμε και δικές μας. Το κάθε ποίημα απαυγάζει, ομορφιά και αξιοπρέπεια μπροστά στις δύσβατες δυσκολίες, μεταδίδει ευγένεια και ελπίδα.
Μεταλαμβάνουμε, λοιπόν, και δεχόμαστε σαν βάλσαμο αυτή την ομορφιά και το σθένος ψυχής που αποπνέουν οι στίχοι.
Μεγάλη αρετή της συλλογής θεωρώ το γεγονός ότι σχεδόν όλα τα ποιήματα που την αποτελούν στέκονται στο ίδιο ύψος ως προς την εκλεκτή τους ποιότητα, κάτι που δεν το συναντάμε τόσο εύκολα σε άλλους ποιητές.
Αν και η συλλογή «Ανοίκειος νόστος» είναι η πρώτη που εκδίδει η Ιωάννα, έχω να τονίσω ότι είναι μια ποίηση καλοχτισμένη και ώριμη, η ποιήτρια έχει κατορθώσει να ελέγχει με σαφήνεια τα εκφραστικά της μέσα και διαθέτει προσωπικό ύφος. Ο στόχος της δεν είναι μια εγκεφαλική, δυσνόητη ποίηση που επιφανειακά να εντυπωσιάζει με φαντεζί λεξιθηρίες. Ο στόχος της είναι να μιλήσει τη φωνή της καρδιάς με ό,τι την καίει και τη συγκλονίζει. Να μας ψιθυρίσει το απόβαρο από τις τόσες διαψεύσεις, την αγωνία και την απειλή της μοναξιάς. Ως πρώτο βήμα είναι ένα αξιοπρόσεκτο δείγμα γραφής και ταλέντου. Θα την συμβούλευα να συνεχίσει στα ίδια χνάρια που χάραξε, δηλαδή της έκθεσης του εαυτού τηςμε την τάση αυτή η έκθεση και εξομολόγηση να προχωράει ακόμη καιστα πιο σκοτεινά σημεία του υποσυνείδητου βαθιά μέσα της, γιατί ο κάθε ποιητής με τα κοιτάσματα του υποσυνείδητου έρχεται σε αναμέτρηση και από αυτά αντλεί το υλικό για την τέχνη του. Ολόψυχα εύχομαι στη Ιωάννα καλή δύναμη για συνέχεια στην ποιητική της πορεία, μια συνέχεια την οποία με αμέριστο ενδιαφέρον θα περιμένουμε και θα προσμένουμε.
«Και μόνον η ποίηση δεν / είναι το ταξίδι / αλλά ο πικρός ο γυρισμός». Με την βεβαιωμένη κατάφαση μιας ποιητικής μαρτυρίας του αγαπημένου Τάσου Λειβαδίτη θα ανοίξει την ποιητική της πόρτα η Ιωάννα Μουσελιμίδου, κρατώντας ωστόσο στα χέρια της τα κλειδιά που απασφαλίζουν τις βαθύτερες έννοιες αφενός, ενός πικρού γυρισμού και αφετέρου, ενός ταξιδιού. Οι δυο όψεις της ποίησης προτάσσονται στην αρχή της ποιητικής συλλογής με τον τίτλο Ανοίκειος Νόστος. Προτάσσονται εν είδη ποιητικού μοτίβου, εν συνεχεία ενυπάρχουν -τις περισσότερες φορές κεκρυμμένες- στις λέξεις των ποιημάτων και εν τέλει, αιματώνουν τα άυλα νοήματα της σκέψης της ποιήτριας.
Το πρώτο ποίημα, μας εισάγει στο ανοίκειο της ύπαρξης. Η γυναικεία μορφή αν και αποτελεί την κυρίαρχη φυλετική διάκριση καθόλη την ποιητική πορεία της συλλογής, ωστόσο καθόλου δεν περιορίζει την ποίηση της Μουσελιμίδου σε περιχαρακωμένα στεγανά μιας καθαυτή γυναικείας ποίησης που φέρει ως κύρια αυτουργό γυναίκα δημιουργό. Τουναντίον, απλώνει την παρουσία ενός ευαίσθητου και αισθαντικού άφυλου δημιουργού που αφήνεται στα καλέσματα και στις προσκλήσεις του ανοίκειου.
«Τα φαντάσματά της στον καθρέπτη διαστέλλονται
σφηνώνοντας γρίφους σε άγρυπνες συλλαβές.
Τότε κρύβεται σε ρόμβους από ασίγαστα ηφαίστεια
και σμαραγδένιους καταρράκτες.
Την κατακλύζει το ανοίκειο.
Αφήνεται.»
Για τα επόμενα 28 ποιήματα (29 το σύνολο) η ποιήτριά μας θα αφήνεται στις σελίδες και στις λέξεις. Θα αφήνεται και θα αφήνει κομμάτια της ψυχής ακόμη και στο κενό των λέξεων. Επειδή το ταξίδι της, έτσι το έχει ορίσει η ίδια, εκ προοιμίου, ένα διάνυσμα εσωστρεφές που περιφέρεται δυνητικά γύρω από το κέντρο της ύπαρξής της, με τις όποιες πληγές και τα όποια τραύματα την έχουν από καιρό σμιλεύσει. Μια ακραία ταλάντωση της θλίψης είναι η μνήμη και θα επανέρχεται στο ταξίδι που φέρεται να έχει αρχή το τώρα, που εκτείνεται διακλαδωτά στο πριν, που οδηγεί αναπόφευκτα στο ύστερα. Κυκλικές είναι οι κινήσεις του ταξιδιού επ’άπειρον. Επ’άπειρον να αφήνουν ό,τι στιγμάτισε την ψυχή και να το ξαναβρίσκουν λίγο αργότερα με την ίδια ή διαφορετική μορφή. Ο πόνος όμως πάντοτε θυμάται.
«Από την αρχή
διάνυσμα εσωστρεφές
που τέμνεται κάθετα
στο όνομα του νόστου
-πριν και μετά το φως-
σε ακραία ταλάντωση
της θλίψης και κάθε άλλου μαρτυρίου
επ’άπειρον η μνήμη.»
Η μνήμη του πόνου δεν ξεγελιέται, μπορεί να κατεργάζεται νέους τρόπους καταλύσεως, μπορεί να επεξεργάζεται παλιότερες εναλλακτικές… αλλά πάντοτε θυμάται. Όταν βαθιά και αληθινά κάποιος δόθηκε δεν ξεχνά τον πόνο, όταν στο εσώτατό του μόριο κάποιος βυθίστηκε/καταποντίστηκε, έχασε κάθε προορισμό και γειτνίασε με το ανοίκειο τότε μόνο ατένισε το ανεκπλήρωτο, τότε μόνο αξιώνεται να ψηλαφεί το εσώτατο φως. Επειδή από τα σκοτάδια μέσα μόνο βγαίνεις στο ξέφωτο. Από τις πληγές μόνο γνωρίζεις την αντοχή. Στην θλίψη μόνο ευδοκιμεί η ελπίδα.
«[…] Φύλαξε ως την ύστατη στιγμή
το θάμβος της ευαισθησίας,
τα εύθραυστα άνθη της φαντασίας
κι ας σύρθηκε η ψυχή στα βάθη του ανεκπλήρωτου
και ο τρόμος απλώθηκε στα μάτια,
βέβαιη πως χαραμίστηκε σε αόριστα γεγονότα
μιας ξένης εποχής,
πως αιωρήθηκε στα ρίγη των ποιημάτων
γυμνή από έρωτα και λήθη.
Είναι καιρός τα μυστικά δεσμά να λύσει
και το φως να ψηλαφήσει του αίματός της.»
Η ποίηση της Ιωάννας Μουσελιμίδου είναι βαθύτατα υπαρξιακή και βαθύτατα εξομολογητική αν και τεχνηέντως καταφέρνει να κρύβει καλά πίσω από τις λέξεις την ενδότατη αλήθεια της. Να την διασπάει θραυσματικά ώστε να μην προσφέρεται ακέραια στο απαίδευτο μάτι. Η ποιήτριά μας ταξίδεψε πάρα πολύ στο τώρα και στο πριν, στο εδώ και στο εκεί, στο μέσα και στο πιο μέσα, ταξίδεψε σε κάθε έκφανση του χρόνου και του τόπου της που δεν είναι άλλο παρά το ίδιο της το υπαρξιακό σώμα όπως γίνεται κάθε στιγμή, κάθε μοναδική στιγμή. Και από το ταξίδι της γύριζε κάθε φορά και πιο βαριά από αλήθειες ή για να το πω πιο ποιητικά θα δανειστώ τους στίχους του αγαπημένου Τάσου Λειβαδίτη «Κι όπως αργά, μεσάνυχτα, γυρίζαμε στα σπίτια μας τρεκλίζοντας, / δεν ήμασταν μεθυσμένοι. Γυρίζαμε βαριοί απ’αλήθειες.»
Το ταξίδι της Μουσελιμίδου είναι υπαρξιακό. Μέσα από τις πληγές της οδηγείται στην αφετηρία της που κυκλικά περνά από το τέλος της. Για να μετουσιωθεί και πάλι σε αρχή. Μια αέναη κυκλική πορεία με νέα τραύματα και νέες πορείες χαράζουν το ταξίδι της. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου που χρησιμοποιεί για πρώτο ποίημα της συλλογής το Ανοίκειο και για καταληκτικό το ποίημα Νόστος! Η κυκλική πορεία που πραγματώνεται ως εσωτερική διαδικασία κατάδυσης σε έντονες συναισθηματικές καταστάσεις και ψυχικές αγκυλώσεις -απόρροια τραυμάτων- δεν πραγματώνεται μόνο στις αράδες κάθε ποιήματος ξεχωριστά αλλά εξακτινώνεται και στην ολότητα της συλλογής που αρχίζει με το ανοίκειο και καταλήγει στον νόστο. Η αρχή του τέλους και το τέλος της αρχής. Τι άλλο παρά το ταξίδι τελικά! τι άλλο παρά ο πικρός γυρισμός! Τι άλλο παρά η νοσταλγία για ό,τι προηγήθηκε και ό,τι σημάδεψε κάθε τροχιά, κάθε πορεία προσωπική της ποιήτριάς μας!
«Πώς να ζωγραφίσεις
τη σιωπή
σαν τέλεια απελπισία;
Κρύβεσαι
διπλώνοντας την αγρύπνια
στα δάση των ματιών.
Φωλιάζεις
σε έρημους ίσκιους.
Ζεσταίνεις τα μέλη
με σπίθες πανικού.
Μα το τέλος
να γυρεύει πάντα
από συνήθεια
την αρχή του.»
Συχνά διαβάζοντας τα ποιήματα της Ιωάννας τριβέλιζε στο μυαλό μου μια φράση από το βιβλίο του Αλεσσάντρο Μπαρίκο με τίτλο το Μετάξι, που έλεγε το εξής: «είναι ένας πόνος παράξενος να πεθαίνεις από νοσταλγία για κάτι που δεν θα ζήσεις ποτέ». Ο Fernando Pessoa θα το πει κάπως διαφορετικά: «Α, δεν υπάρχει νοσταλγία πιο οδυνηρή από αυτή των πραγμάτων που ποτέ δεν υπήρξαν!» Η Ιωάννα Μουσελιμίδου όμως δεν κουβαλά στη σάρκα της την νοσταλγία για κάτι που δεν έζησε η για κάτι που δεν θα ζήσει. Όχι! Η Ιωάννα κουβαλά στη σάρκα της την πικρή γεύση των βιωμένων αισθημάτων και την πεμπτουσία της πικρής ηδονής που αφήνουν αυτά στο πέρασμά τους. Γράφει: «Νεκρά τα φεγγάρια στις χούφτες. / Κι η απεραντοσύνη των ματιών / πόσο μας κούρασε…» ή λίγο πιο κάτω στο επόμενο ποίημά της με τίτλο Τοπίο θα ψελλίσει:
«Στον απόηχο του παρελθόντος
ψυχορραγεί το άλλο
με το σώμα επ’αόριστον
ως την αμφιβολία.
Και μόνο τοπίο
τα θραύσματα των λέξεων.»
Οι λέξεις της ποιήτριας μας είναι νοσταλγικές και ο νόστος της δεν είναι η επιθυμία γυρισμού σε μια χαμένη πατρίδα που δεν κερδήθηκε ποτέ! Είναι ο νόστος της έντασης σε ό,τι προηγήθηκε, με κάθε μανία και κάθε μόριο που μπορεί η ψυχή να δώσει. Είναι η νοσταλγία να διαρρηγνύει με όση δύναμη της απομένει τις μνημειακές καταβολές ενός πάντοτε ζώντος παρελθόντος. Η διήθηση του παρελθόντος σηματοδοτεί το παρόν της και χαράσσει το όποιο μέλλον της. Δεν φοβάται την κατάδυση στον πόνο ούτε την άβυσσο. Αυτό είναι το ταξίδι της ποιήτριάς μας από τα έσω στα εσώτερα και από κει στο κέντρο της ύπαρξής της. Εξομολογείται στο ομότιτλο ποίημά της Ταξίδι:
«Ταξιδεύω στην αστερόεσσα ακτή του ονόματός σου
μαχαιρώνοντας την κρούστα του θανάτου.
Δεν ποθώ παρά να πληγώνω
τη σάρκα της μνήμης
με κοφτερές δαντέλες ποιημάτων.
Να στροβιλίζομαι στην άλω της σελήνης
και τις θύελλες της θάλασσας.
Να ψυχανεμίζομαι την άβυσσο.»
Ποθώ, περικυκλώνω, ακολουθώ, αγγίζω, σβήνω, αφήνομαι, έλκομαι, δεν έλκομαι, λογχίζω τη φωνή σου, λαξεύω τη γροθιά σου, αγναντεύω το γέλιο σου. Όλα τα ρήματα της ποιητικής συλλογής φέρουν στη σημασία τους την έννοια της κίνησης, του μη στατικού, του αεί φερόμενου από κάποιον ή κάποια στο σώμα κάποιου άλλου. Ο Λειβαδίτης θα το πει ως εξής: «είμαστε αυτοί που αιώνια πηγαίνουν». Είναι κατάφωρη η κίνηση του έρωτα και του πόθου που σκάβει βαθιά τον άνθρωπο και την ίδια την σχέση, που ματώνει με το ανεπαίσθητο του χωρισμού ή το αισθητό του περάσματος του χρόνου. Γράφει στο ποίημα της Τελετουργία :
«Τις στρώσεις του χρόνου
μετρά με την αφή.
Ισορροπία στη φυγή.
Στιχομυθίες εκκρίνει
ψιθύρους του χθες
σε τελετουργία μυστική.
Μορφές την τυλίγουν
ως τη θλίψη του αποχωρισμού
και τη σκορπίζουν κομμάτια.
Του πόνου τις γραμμές
μετρά με την αφή.
Η νύχτα περίσσεψε στα μάτια.»
Ο έρωτας της Μουσελιμίδου είναι τρυφερός, δεν είναι βίαιος, αντιδιαστέλλει το αιφνίδιο του χωρισμού και αντισταθμίζει το βίαιο του πόνου. Ο έρωτας της που συντελείται εντός μιας τρυφερής μεταμόρφωσης μολονότι τρυφερός καθόλου δεν μειώνει την αξία του δοσίματος που με την λυρική της εικονοπλασία εντείνει η ποιήτρια σε κάθε της αράδα.
Κάτω από το αρχικό ποιητικό μοτίβο του Λειβαδίτη η Ιωάννα επιλέγει να παραθέσει μια πολύ αγαπημένη θεσσαλονικιά ποιήτρια, μεγάλης ολκής. Με τα λόγια της Μάτσης Χατζηλαζάρου η ποιήτρια μάς δίνει και το άλλο κλειδί που απασφαλίζει την ποίησή της. «Κάνουμε την ποίησή μας στο χαρτί, γιατί χάσαμε στη ζωή τον / οίστρο κάποιου λυρικού τραγουδιού.». Η νοσταλγία για ό,τι χάθηκε είναι διάχυτη στον στίχο της Χατζηλαζάρου. Είναι ίσως η πρόγευση του τι έπεται στις επόμενες σελίδες της συλλογής, είναι προφανώς η αρχική στάλα που ρίχνει η ποιήτρια στον αναγνώστη προκειμένου να τον φέρει σε εγρήγορση, είναι σίγουρα όμως η συμπυκνωμένη αλήθεια μιας ευαίσθητης ποιητικής δημιουργού που παρ’ όλο τον φόβο της ύπαρξης έξω αφήνει ακόμη το φως.
«Τα χρώματα
ξαποσταίνουν στην παλάμη μου.
Καθώς ο ήλιος
γέρνει στα δάκτυλα,
μια υπόνοια φθοράς.
Πάλι ένας φόβος ανείπωτος,
κοσμογονικός θαρρείς,
κεντά τις αισθήσεις.
Έξω είναι ακόμη φως.»
Δεν είναι όμως μόνο το έξω φως που καταυγάζει τις στιγμές της ποιήτριας, είναι πρωτίστως η έμφυτη επιθυμία της να καταφάσκει σε κάθε φωτεινό περιβάλλον τοπίο/σώμα/κατάσταση. Είναι κυρίως η ενδόμυχη λαχτάρα να σχίζει κάθε φορά το κουκούλι της ύπαρξής της προκειμένου να γίνει το άλλο που θα ξαναβιώσει νέες προκλήσεις.
«Δεν έλκομαι από τις ρίζες μου-
εκβάλλω στο φως
εικόνα μετέωρη
σε φόντο ασταθές,
έτοιμη να χαριστώ
στην κατάφαση των πραγμάτων,
ν’αποκοιμηθώ κατάκοπη
στη λήθη του αρρήτου,
σκίζοντας κάθε φορά
τη διάφανη μεμβράνη
της ύπαρξής μου».
Η ύπαρξη της Ιωάννας Μουσελιμίδου δεν συντρίβεται από τις πολλαπλές διαθλάσεις του ειδώλου της σε παρελθοντικές στιγμές. Δεν σκοτεινιάζει κατά την επίπονη κατάδυσή της σε περιοχές της αβύσσου. Δεν κατακερματίζεται στα περασμένα τραύματα της ψυχής. Δεν σβήνεται σε επερχόμενες πληγές. Απεναντίας μάλιστα, αφήνεται. Αφήνεται σε πληγές και τραύματα, επειδή γνωρίζει τώρα πια πως ο νόστος της υπάρχει ως απαρέγκλιτο εχέγγυο μιας ολοκληρωμένης ανθρώπινης ύπαρξης.
Ανοίκειος Νόστος, Ποίηση, Ιωάννα Μουσελιμίδου, Εκδόσεις Ιωλκός, 2011
Η ποιητική συλλογή της Ιωάννας Μουσελιμίδου «Ανοίκειος νόστος» αποτέλεσε μια ωραία έκπληξη για μένα. Μέσα στις αμέτρητες ποιητικές συλλογές που πέφτουν στα χέρια μου, αυτή η συλλογή στάθηκε σαν μια αχτίδα φωτός που ξεχωρίζει, γιατί διαθέτει εκλεκτή, ραφιναρισμένη ποιότητα.
Η ποιητική φωνή της Ιωάννας, αν και δραματική στον πυρήνα της, με έθρεψε με τη λεπτή ευαισθησία ύφους, με την ευγένεια, καθώς και με τη γνήσια, ειλικρινή εξομολόγηση.
Η ποιήτρια έχει την τόλμη, γιατί όντως χρειάζεται τόλμη, μέσα από την τέχνη της να εκθέσει τον εσωτερικό της κόσμο, να τον εκθέσει γυμνό και σε βάθος. Αυτή η ψυχική απογύμνωση, και ασφαλώς μέσα από τον καλοστρωμένο και καλοδουλεμένο λόγο της, αυτή η κατάθεση ψυχής είναι το πολύτιμο, το ευγενές μέταλλο που ανυψώνει και εξευγενίζει τον κάθε αναγνώστη που θα βυθιστεί στη συλλογή της. Τα ποιήματα της Ιωάννας αποτελούν «ημερολόγιο σε ξένα χέρια», όπως λέει ένας στίχος του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου. Θεωρώ μεγάλη αρετή για ένα τεχνίτη της ποίησης να εκφράζει τον μύχιο εαυτό του ατόφια, ακέραια, απογυμνωμένα, χωρίς κρυψίνοια, μισόλογα, μπερδεμένα σύμβολα, και πολλά δήθεν.
Η γεμάτη φως και ακέραια εξομολόγηση της Ιωάννας στη συλλογή της επιτυγχάνεται με την ευθύβολη , στρωτή και άρτια αισθητικά έκφραση. Το ύφος της είναι συγχρόνως βαθύ αλλά και ανάλαφρο, διαυγές και πεντακάθαρο, χωρίς βαριά στολίδια, ερμητικά σχήματα και εικόνες, που συσκοτίζου και κουράζουν τον αναγνώστη. Η ποίησή της είναι λυρική, όμως έχει μια λιτότητα, η λυρικότητά της είναι απέριττη, χωρίς υπερβολές και ποικίλματα, και ασφαλώς μας κερδίζει.
Η ποιήτρια συγκινεί γιατί εκφράζει το πάθος και τη λαχτάρα για τον έρωτα, αλλά συγχρόνως και την υπαρξιακή αγωνία, την ήττα, την απώλεια της αγάπης, τη μνήμη, τη νοσταλγία. Εκφράζει την καταφυγή στο όνειρο, την ενδοστρέφεια, τη θαλπωρή που δίνει η τέχνη και η μαγεία των λέξεων. Ουσιαστικά καταγράφει την αγωνία του πάσχοντος ανθρώπου, που γυρεύει να περάσει απεγνωσμένα από το σκοτάδι στο φως και να ζήσει με ένταση την ομορφιά της ζωής.
Αν οι στίχοι της Ιωάννας είναι ημερολόγιο σε ξένα χέρια, δεν διαφεύγει από την προσοχή μας το βάρος και η σημασία που δίνει στη ζεστασιά, στην αναζωογονητική φλόγα του έρωτα που είναι ο δίαυλος προς την κατάκτηση της πεμπτουσίας της ζωής, το στήριγμα που δίνει νόημα στη ζωή της. Σας διαβάζω
τους ερωτικούς στίχους:
(από το ποίημα Μεταμόρφωση)
Να αγγίζει ποθεί,
το αίμα που σφύζει
στην κόψη του έρωτα.
(Εκ των ένδον)
Ήχοι και σχήματα κολυμπούν
στα σπλάχνα,
ο θρυμματισμένος αντίλαλος της ηδονής
(Μετάληψη)
Προσδοκώ ανάσταση
φυτεύοντας άστρα
στα άλση των χαδιών σου
Μαζί με τον έρωτα, που η λαχτάρα για την απόκτησή του αδιάκοπα πυρώνει, η συλλογή «Ανοίκειος νόστος» δίνει μορφή και εξομολογείται τη διάψευση των επιθυμιών, την απώλεια, τον αποχωρισμό από αγαπημένο πρόσωπο, την μνήμη μιας χαμένης πια ερωτικής ευτυχίας. Γι’ αυτό τη χαρακτηρίζω ποίηση δραματική, που ωστόσο μέσα από τόσα πάθη και δοκιμασίες έχει τη δύναμη να χαρίζει φως,να απαυγάζει ελπίδα, αξιοπρέπεια και ομορφιά.
Σταχυολογώ στίχους που σκιαγραφούν την αγωνία της ποιήτριας να αντιμετωπίσει τη μοναξιά, την ανάμνηση και αναπόληση για αγαπημένο πρόσωπο, καθώς επίσης και τη δύναμη που πρέπει να βρει για να αντέξει την απώλεια, τον πανικό, την αποξένωση.
(Από το ποίημα Ανασκαφή)
Το μεταξένιο χάδι του
σκόρπισε πάλι ο φόβος
Άγνωστη πια
πρέπει να συνθλίψει τις αισθήσεις της.
Λήκυθος είναι σπασμένη
στο χώμα των καιρών
που την τέλεια μορφή της
αέναα ποθεί.
(Επ’ άπειρον)
Και πριν και μετά το φως
σε ακραία ταλάντωση θλίψης
και κάθε άλλου μαρτυρίου
επ’ άπειρον η μνήμη.
Εκβάλλω στο φως
εικόνα μετέωρη
σε φόντο ασταθές.
Αν και τα ποιήματα σπαρακτικά δηλώνουν το οδυνηρό πέρασμα από την απώλεια του έρωτα προς μια νέα συνάντηση μαζί του, δεν μας πτοούν, δεν συνθλίβουν, δεν προκαλούν ασφυξία από τη λύπη και τον πόνο.
Η Ιωάννα έχει το χάρισμα μέσα από την τέχνη της να μας ωθεί να νιώσουμε καταστάσεις που γνωρίζουμε- γιατί αλήθεια ποιος δεν έζησε την απώλεια του έρωτα στη ζωή του. Συνταυτιζόμαστε με τις δοκιμασίες που περνάει η ποιήτρια γιατί τις νιώθουμε και δικές μας. Το κάθε ποίημα απαυγάζει, ομορφιά και αξιοπρέπεια μπροστά στις δύσβατες δυσκολίες, μεταδίδει ευγένεια και ελπίδα.
Μεταλαμβάνουμε, λοιπόν, και δεχόμαστε σαν βάλσαμο αυτή την ομορφιά και το σθένος ψυχής που αποπνέουν οι στίχοι.
Μεγάλη αρετή της συλλογής θεωρώ το γεγονός ότι σχεδόν όλα τα ποιήματα που την αποτελούν στέκονται στο ίδιο ύψος ως προς την εκλεκτή τους ποιότητα, κάτι που δεν το συναντάμε τόσο εύκολα σε άλλους ποιητές.
Αν και η συλλογή «Ανοίκειος νόστος» είναι η πρώτη που εκδίδει η Ιωάννα, έχω να τονίσω ότι είναι μια ποίηση καλοχτισμένη και ώριμη, η ποιήτρια έχει κατορθώσει να ελέγχει με σαφήνεια τα εκφραστικά της μέσα και διαθέτει προσωπικό ύφος. Ο στόχος της δεν είναι μια εγκεφαλική, δυσνόητη ποίηση που επιφανειακά να εντυπωσιάζει με φαντεζί λεξιθηρίες. Ο στόχος της είναι να μιλήσει τη φωνή της καρδιάς με ό,τι την καίει και τη συγκλονίζει. Να μας ψιθυρίσει το απόβαρο από τις τόσες διαψεύσεις, την αγωνία και την απειλή της μοναξιάς. Ως πρώτο βήμα είναι ένα αξιοπρόσεκτο δείγμα γραφής και ταλέντου. Θα την συμβούλευα να συνεχίσει στα ίδια χνάρια που χάραξε, δηλαδή της έκθεσης του εαυτού τηςμε την τάση αυτή η έκθεση και εξομολόγηση να προχωράει ακόμη καιστα πιο σκοτεινά σημεία του υποσυνείδητου βαθιά μέσα της, γιατί ο κάθε ποιητής με τα κοιτάσματα του υποσυνείδητου έρχεται σε αναμέτρηση και από αυτά αντλεί το υλικό για την τέχνη του. Ολόψυχα εύχομαι στη Ιωάννα καλή δύναμη για συνέχεια στην ποιητική της πορεία, μια συνέχεια την οποία με αμέριστο ενδιαφέρον θα περιμένουμε και θα προσμένουμε.
Αλεξάνδρα Μπακονίκα
«Και μόνον η ποίηση δεν / είναι το ταξίδι / αλλά ο πικρός ο γυρισμός». Με την βεβαιωμένη κατάφαση μιας ποιητικής μαρτυρίας του αγαπημένου Τάσου Λειβαδίτη θα ανοίξει την ποιητική της πόρτα η Ιωάννα Μουσελιμίδου, κρατώντας ωστόσο στα χέρια της τα κλειδιά που απασφαλίζουν τις βαθύτερες έννοιες αφενός, ενός πικρού γυρισμού και αφετέρου, ενός ταξιδιού. Οι δυο όψεις της ποίησης προτάσσονται στην αρχή της ποιητικής συλλογής με τον τίτλο Ανοίκειος Νόστος. Προτάσσονται εν είδη ποιητικού μοτίβου, εν συνεχεία ενυπάρχουν -τις περισσότερες φορές κεκρυμμένες- στις λέξεις των ποιημάτων και εν τέλει, αιματώνουν τα άυλα νοήματα της σκέψης της ποιήτριας.
Το πρώτο ποίημα, μας εισάγει στο ανοίκειο της ύπαρξης. Η γυναικεία μορφή αν και αποτελεί την κυρίαρχη φυλετική διάκριση καθόλη την ποιητική πορεία της συλλογής, ωστόσο καθόλου δεν περιορίζει την ποίηση της Μουσελιμίδου σε περιχαρακωμένα στεγανά μιας καθαυτή γυναικείας ποίησης που φέρει ως κύρια αυτουργό γυναίκα δημιουργό. Τουναντίον, απλώνει την παρουσία ενός ευαίσθητου και αισθαντικού άφυλου δημιουργού που αφήνεται στα καλέσματα και στις προσκλήσεις του ανοίκειου.
«Τα φαντάσματά της στον καθρέπτη διαστέλλονται
σφηνώνοντας γρίφους σε άγρυπνες συλλαβές.
Τότε κρύβεται σε ρόμβους από ασίγαστα ηφαίστεια
και σμαραγδένιους καταρράκτες.
Την κατακλύζει το ανοίκειο.
Αφήνεται.»
Για τα επόμενα 28 ποιήματα (29 το σύνολο) η ποιήτριά μας θα αφήνεται στις σελίδες και στις λέξεις. Θα αφήνεται και θα αφήνει κομμάτια της ψυχής ακόμη και στο κενό των λέξεων. Επειδή το ταξίδι της, έτσι το έχει ορίσει η ίδια, εκ προοιμίου, ένα διάνυσμα εσωστρεφές που περιφέρεται δυνητικά γύρω από το κέντρο της ύπαρξής της, με τις όποιες πληγές και τα όποια τραύματα την έχουν από καιρό σμιλεύσει. Μια ακραία ταλάντωση της θλίψης είναι η μνήμη και θα επανέρχεται στο ταξίδι που φέρεται να έχει αρχή το τώρα, που εκτείνεται διακλαδωτά στο πριν, που οδηγεί αναπόφευκτα στο ύστερα. Κυκλικές είναι οι κινήσεις του ταξιδιού επ’άπειρον. Επ’άπειρον να αφήνουν ό,τι στιγμάτισε την ψυχή και να το ξαναβρίσκουν λίγο αργότερα με την ίδια ή διαφορετική μορφή. Ο πόνος όμως πάντοτε θυμάται.
«Από την αρχή
διάνυσμα εσωστρεφές
που τέμνεται κάθετα
στο όνομα του νόστου
-πριν και μετά το φως-
σε ακραία ταλάντωση
της θλίψης και κάθε άλλου μαρτυρίου
επ’άπειρον η μνήμη.»
Η μνήμη του πόνου δεν ξεγελιέται, μπορεί να κατεργάζεται νέους τρόπους καταλύσεως, μπορεί να επεξεργάζεται παλιότερες εναλλακτικές… αλλά πάντοτε θυμάται. Όταν βαθιά και αληθινά κάποιος δόθηκε δεν ξεχνά τον πόνο, όταν στο εσώτατό του μόριο κάποιος βυθίστηκε/καταποντίστηκε, έχασε κάθε προορισμό και γειτνίασε με το ανοίκειο τότε μόνο ατένισε το ανεκπλήρωτο, τότε μόνο αξιώνεται να ψηλαφεί το εσώτατο φως. Επειδή από τα σκοτάδια μέσα μόνο βγαίνεις στο ξέφωτο. Από τις πληγές μόνο γνωρίζεις την αντοχή. Στην θλίψη μόνο ευδοκιμεί η ελπίδα.
«[…] Φύλαξε ως την ύστατη στιγμή
το θάμβος της ευαισθησίας,
τα εύθραυστα άνθη της φαντασίας
κι ας σύρθηκε η ψυχή στα βάθη του ανεκπλήρωτου
και ο τρόμος απλώθηκε στα μάτια,
βέβαιη πως χαραμίστηκε σε αόριστα γεγονότα
μιας ξένης εποχής,
πως αιωρήθηκε στα ρίγη των ποιημάτων
γυμνή από έρωτα και λήθη.
Είναι καιρός τα μυστικά δεσμά να λύσει
και το φως να ψηλαφήσει του αίματός της.»
Η ποίηση της Ιωάννας Μουσελιμίδου είναι βαθύτατα υπαρξιακή και βαθύτατα εξομολογητική αν και τεχνηέντως καταφέρνει να κρύβει καλά πίσω από τις λέξεις την ενδότατη αλήθεια της. Να την διασπάει θραυσματικά ώστε να μην προσφέρεται ακέραια στο απαίδευτο μάτι. Η ποιήτριά μας ταξίδεψε πάρα πολύ στο τώρα και στο πριν, στο εδώ και στο εκεί, στο μέσα και στο πιο μέσα, ταξίδεψε σε κάθε έκφανση του χρόνου και του τόπου της που δεν είναι άλλο παρά το ίδιο της το υπαρξιακό σώμα όπως γίνεται κάθε στιγμή, κάθε μοναδική στιγμή. Και από το ταξίδι της γύριζε κάθε φορά και πιο βαριά από αλήθειες ή για να το πω πιο ποιητικά θα δανειστώ τους στίχους του αγαπημένου Τάσου Λειβαδίτη «Κι όπως αργά, μεσάνυχτα, γυρίζαμε στα σπίτια μας τρεκλίζοντας, / δεν ήμασταν μεθυσμένοι. Γυρίζαμε βαριοί απ’αλήθειες.»
Το ταξίδι της Μουσελιμίδου είναι υπαρξιακό. Μέσα από τις πληγές της οδηγείται στην αφετηρία της που κυκλικά περνά από το τέλος της. Για να μετουσιωθεί και πάλι σε αρχή. Μια αέναη κυκλική πορεία με νέα τραύματα και νέες πορείες χαράζουν το ταξίδι της. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου που χρησιμοποιεί για πρώτο ποίημα της συλλογής το Ανοίκειο και για καταληκτικό το ποίημα Νόστος! Η κυκλική πορεία που πραγματώνεται ως εσωτερική διαδικασία κατάδυσης σε έντονες συναισθηματικές καταστάσεις και ψυχικές αγκυλώσεις -απόρροια τραυμάτων- δεν πραγματώνεται μόνο στις αράδες κάθε ποιήματος ξεχωριστά αλλά εξακτινώνεται και στην ολότητα της συλλογής που αρχίζει με το ανοίκειο και καταλήγει στον νόστο. Η αρχή του τέλους και το τέλος της αρχής. Τι άλλο παρά το ταξίδι τελικά! τι άλλο παρά ο πικρός γυρισμός! Τι άλλο παρά η νοσταλγία για ό,τι προηγήθηκε και ό,τι σημάδεψε κάθε τροχιά, κάθε πορεία προσωπική της ποιήτριάς μας!
«Πώς να ζωγραφίσεις
τη σιωπή
σαν τέλεια απελπισία;
Κρύβεσαι
διπλώνοντας την αγρύπνια
στα δάση των ματιών.
Φωλιάζεις
σε έρημους ίσκιους.
Ζεσταίνεις τα μέλη
με σπίθες πανικού.
Μα το τέλος
να γυρεύει πάντα
από συνήθεια
την αρχή του.»
Συχνά διαβάζοντας τα ποιήματα της Ιωάννας τριβέλιζε στο μυαλό μου μια φράση από το βιβλίο του Αλεσσάντρο Μπαρίκο με τίτλο το Μετάξι, που έλεγε το εξής: «είναι ένας πόνος παράξενος να πεθαίνεις από νοσταλγία για κάτι που δεν θα ζήσεις ποτέ». Ο Fernando Pessoa θα το πει κάπως διαφορετικά: «Α, δεν υπάρχει νοσταλγία πιο οδυνηρή από αυτή των πραγμάτων που ποτέ δεν υπήρξαν!» Η Ιωάννα Μουσελιμίδου όμως δεν κουβαλά στη σάρκα της την νοσταλγία για κάτι που δεν έζησε η για κάτι που δεν θα ζήσει. Όχι! Η Ιωάννα κουβαλά στη σάρκα της την πικρή γεύση των βιωμένων αισθημάτων και την πεμπτουσία της πικρής ηδονής που αφήνουν αυτά στο πέρασμά τους. Γράφει: «Νεκρά τα φεγγάρια στις χούφτες. / Κι η απεραντοσύνη των ματιών / πόσο μας κούρασε…» ή λίγο πιο κάτω στο επόμενο ποίημά της με τίτλο Τοπίο θα ψελλίσει:
«Στον απόηχο του παρελθόντος
ψυχορραγεί το άλλο
με το σώμα επ’αόριστον
ως την αμφιβολία.
Και μόνο τοπίο
τα θραύσματα των λέξεων.»
Οι λέξεις της ποιήτριας μας είναι νοσταλγικές και ο νόστος της δεν είναι η επιθυμία γυρισμού σε μια χαμένη πατρίδα που δεν κερδήθηκε ποτέ! Είναι ο νόστος της έντασης σε ό,τι προηγήθηκε, με κάθε μανία και κάθε μόριο που μπορεί η ψυχή να δώσει. Είναι η νοσταλγία να διαρρηγνύει με όση δύναμη της απομένει τις μνημειακές καταβολές ενός πάντοτε ζώντος παρελθόντος. Η διήθηση του παρελθόντος σηματοδοτεί το παρόν της και χαράσσει το όποιο μέλλον της. Δεν φοβάται την κατάδυση στον πόνο ούτε την άβυσσο. Αυτό είναι το ταξίδι της ποιήτριάς μας από τα έσω στα εσώτερα και από κει στο κέντρο της ύπαρξής της. Εξομολογείται στο ομότιτλο ποίημά της Ταξίδι:
«Ταξιδεύω στην αστερόεσσα ακτή του ονόματός σου
μαχαιρώνοντας την κρούστα του θανάτου.
Δεν ποθώ παρά να πληγώνω
τη σάρκα της μνήμης
με κοφτερές δαντέλες ποιημάτων.
Να στροβιλίζομαι στην άλω της σελήνης
και τις θύελλες της θάλασσας.
Να ψυχανεμίζομαι την άβυσσο.»
Ποθώ, περικυκλώνω, ακολουθώ, αγγίζω, σβήνω, αφήνομαι, έλκομαι, δεν έλκομαι, λογχίζω τη φωνή σου, λαξεύω τη γροθιά σου, αγναντεύω το γέλιο σου. Όλα τα ρήματα της ποιητικής συλλογής φέρουν στη σημασία τους την έννοια της κίνησης, του μη στατικού, του αεί φερόμενου από κάποιον ή κάποια στο σώμα κάποιου άλλου. Ο Λειβαδίτης θα το πει ως εξής: «είμαστε αυτοί που αιώνια πηγαίνουν». Είναι κατάφωρη η κίνηση του έρωτα και του πόθου που σκάβει βαθιά τον άνθρωπο και την ίδια την σχέση, που ματώνει με το ανεπαίσθητο του χωρισμού ή το αισθητό του περάσματος του χρόνου. Γράφει στο ποίημα της Τελετουργία :
«Τις στρώσεις του χρόνου
μετρά με την αφή.
Ισορροπία στη φυγή.
Στιχομυθίες εκκρίνει
ψιθύρους του χθες
σε τελετουργία μυστική.
Μορφές την τυλίγουν
ως τη θλίψη του αποχωρισμού
και τη σκορπίζουν κομμάτια.
Του πόνου τις γραμμές
μετρά με την αφή.
Η νύχτα περίσσεψε στα μάτια.»
Ο έρωτας της Μουσελιμίδου είναι τρυφερός, δεν είναι βίαιος, αντιδιαστέλλει το αιφνίδιο του χωρισμού και αντισταθμίζει το βίαιο του πόνου. Ο έρωτας της που συντελείται εντός μιας τρυφερής μεταμόρφωσης μολονότι τρυφερός καθόλου δεν μειώνει την αξία του δοσίματος που με την λυρική της εικονοπλασία εντείνει η ποιήτρια σε κάθε της αράδα.
Κάτω από το αρχικό ποιητικό μοτίβο του Λειβαδίτη η Ιωάννα επιλέγει να παραθέσει μια πολύ αγαπημένη θεσσαλονικιά ποιήτρια, μεγάλης ολκής. Με τα λόγια της Μάτσης Χατζηλαζάρου η ποιήτρια μάς δίνει και το άλλο κλειδί που απασφαλίζει την ποίησή της. «Κάνουμε την ποίησή μας στο χαρτί, γιατί χάσαμε στη ζωή τον / οίστρο κάποιου λυρικού τραγουδιού.». Η νοσταλγία για ό,τι χάθηκε είναι διάχυτη στον στίχο της Χατζηλαζάρου. Είναι ίσως η πρόγευση του τι έπεται στις επόμενες σελίδες της συλλογής, είναι προφανώς η αρχική στάλα που ρίχνει η ποιήτρια στον αναγνώστη προκειμένου να τον φέρει σε εγρήγορση, είναι σίγουρα όμως η συμπυκνωμένη αλήθεια μιας ευαίσθητης ποιητικής δημιουργού που παρ’ όλο τον φόβο της ύπαρξης έξω αφήνει ακόμη το φως.
«Τα χρώματα
ξαποσταίνουν στην παλάμη μου.
Καθώς ο ήλιος
γέρνει στα δάκτυλα,
μια υπόνοια φθοράς.
Πάλι ένας φόβος ανείπωτος,
κοσμογονικός θαρρείς,
κεντά τις αισθήσεις.
Έξω είναι ακόμη φως.»
Δεν είναι όμως μόνο το έξω φως που καταυγάζει τις στιγμές της ποιήτριας, είναι πρωτίστως η έμφυτη επιθυμία της να καταφάσκει σε κάθε φωτεινό περιβάλλον τοπίο/σώμα/κατάσταση. Είναι κυρίως η ενδόμυχη λαχτάρα να σχίζει κάθε φορά το κουκούλι της ύπαρξής της προκειμένου να γίνει το άλλο που θα ξαναβιώσει νέες προκλήσεις.
«Δεν έλκομαι από τις ρίζες μου-
εκβάλλω στο φως
εικόνα μετέωρη
σε φόντο ασταθές,
έτοιμη να χαριστώ
στην κατάφαση των πραγμάτων,
ν’αποκοιμηθώ κατάκοπη
στη λήθη του αρρήτου,
σκίζοντας κάθε φορά
τη διάφανη μεμβράνη
της ύπαρξής μου».
Η ύπαρξη της Ιωάννας Μουσελιμίδου δεν συντρίβεται από τις πολλαπλές διαθλάσεις του ειδώλου της σε παρελθοντικές στιγμές. Δεν σκοτεινιάζει κατά την επίπονη κατάδυσή της σε περιοχές της αβύσσου. Δεν κατακερματίζεται στα περασμένα τραύματα της ψυχής. Δεν σβήνεται σε επερχόμενες πληγές. Απεναντίας μάλιστα, αφήνεται. Αφήνεται σε πληγές και τραύματα, επειδή γνωρίζει τώρα πια πως ο νόστος της υπάρχει ως απαρέγκλιτο εχέγγυο μιας ολοκληρωμένης ανθρώπινης ύπαρξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου