Πολύ νωρίς ένα δροσερό πρωινό κάποιος κόσμος
σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι του,
ζόρικα ρούχα και στενά οι αναμνήσεις τους
που πια δεν χωρούν,
κόσμος, που μέχρι πρότινος τρέκλιζε
σε δρόμους που διαρκώς τούς γυροφέρνουν,
βγάζοντας τελικά μόνο πίσω δίχως -σε καμιά περίπτωση- να
χρειάζεται, ακόμη ακόμη δίχως να πρέπει,
ντύνονται λοιπόν καινούρια και ανάλαφρα για άλλες γειτονιές.
Περπατούν, το λοιπόν, σχεδόν
χορεύουν σε απαλές διαδρομές,
με μουσικές υπέροχες, από μακριά ,
να θροίζουν στα αυτιά τους,
-πώς να τις μάθει κανείς;-
μουσικές που κατάμουτρα φτύνουν τα γράμματα,
όπως τούτες εδώ τις φράσεις,
με αγύρτες ήχους της στιγμής.
Μια σκέψη μονάχα
αναδύεται σιγά σιγά απ’ τα βάθη του νου τους.
Μια σκέψη μόνο, γλυκιά,
σαν απαστράπτουσα εικόνα ιερή
φιλημένη από μιαν άνοιξη ξενιτεμένη
που θα ξανάρθει,
ορκισμένη σκέψη ,
που τη λύση πάντα δίνει όπου απλώνεται
πυκνό το σύθαμπο της καρδιάς.
Περπατούν, γεμάτοι, σα τόποι πλήρεις φωτός,
συναισθανόμενοι ωστόσο τούτη τη μεταφορά
σα την πιο δυνατή τους εκδοχή για τα πράγματα στο εξής,
περπατούν, σα στο εκστατικό τούτο παρόν τους
να συντρίβονται οι οργές, τα συφοριασμένα μίση και να
λιώνουν όλα εκείνα που χαρές δε γίνανε στα κλειστά τους
βλέφαρα λίγο πριν και μετά το δάκρυ.
Μια πλάση ολάκερη δικιά τους
ξαναγεννιέται τώρα ρεμβάζοντας στα βήματά τους,
δύση και ανατολή σμίγουν τρυφερά
στην επικράτεια την
απόλυτη του ήλιου,
κατεβαίνοντας μαζί με
γέλια πορφυρά σε αυτούς τους
γιορτινούς πλέον δρόμους,
κατεβαίνοντας μαζί σαν έρωτας αμάραντος που
μαγιά γίνεται της άγρυπνης αύρας του.
(Που ξαγρυπνά , με το αέναο της επιθυμίας για ελεύθερη
βούληση σε τούτον εδώ τον πλανητάκο του μαστιζόμενου εγώ,
του ξεδιάντροπα ξεπεσμένου εσύ και εμείς.)
Πολύ νωρίς ένα δροσερό πρωινό,
κάποιος κόσμος
με βήματά σα μουσικές ευχές,
και με σκέψη ορκισμένη
ρίχνει τα φράγματα,περπατώντας, προς άλλες γειτονιές…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου