Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

H κόλαση είναι μια μεγάλη πολιτεία (Μέρος 2)

28/11/12

H κόλαση είναι μια μεγάλη πολιτεία (Μέρος 2)

                                            
                                                                                 




Δίπλα στο χωριό της Μοναξιάς, γύρω σε ένα μεγάλο ηφαίστειο της κόλασης εκεί, λοιπόν, υπάρχει το Χωριό των Φαντασμάτων. Εκεί δε ζουν άνθρωποι αλλά σκιές. Σκιές ή φαντάσματα; Τι σημασία έχει. Φτάνει μόνο η κραυγή τους για να σε σοκάρει, να σε παγώσει. Αυτά τα φαντάσματα γεννήθηκαν με ψυχή (έτσι θέλω να πιστεύω). Ο μύθος λέει πως ήταν άνθρωποι, που το μόνο που έκαναν ήταν να ζουν με φθόνο και με κακή συμπεριφορά σε άλλους ανθρώπους. Ήταν αλαζόνες και συκοφάντες. Ζηλόφθονοι και χωρίς ίχνος συνείδησης. Με λίγα λόγια κακόψυχοι. Η μοναδική τους τροφή ήταν η εκδίκηση και η πηγή της δίψας τους το αίμα των άλλων. Χαιρόταν με ότι κατέστρεφαν. Ηδονιζόταν με τον πόνο που προκαλούσαν. Κάθε τι όμορφο ήθελαν να το καταστρέψουν ή να το αποκτήσουν. Να το αποκτήσουν ήταν δύσκολο, γιατί ότι όμορφο τους πλησίαζε ένοιωθε τη φρίκη και την ψυχρά της ψυχής τους. Όταν μεγάλωσαν, λοιπόν, αρκετά και δεν είχαν άνθρωπο γύρω τους, αυτοκτόνησαν και οι ψυχές τους δεν αναπαύτηκαν. Έγιναν τα φαντάσματα αυτής εδώ της πόλης. Γιατί μέσα τους, ήξεραν το λόγο που δεν ομολογούσαν στους άλλους. Γιατί κανένα άλλο μέρος δεν ταίριαζε σε αυτούς και σε κανένα άλλο μέρος δεν τους δεχόντουσαν. Το μίσος είναι αυτοτιμωρία. Και να που τώρα τη ζουν καθημερινά, σκορπίζοντας τις κραυγές τους και τις αγωνίες τους στα σοκάκια αυτού του χωριού. 
Σε κανένα σπίτι δεν υπάρχουν παράθυρα. Τα λουλούδια δεν φυτρώνουν και ο ήλιος αρνείται να ρίξει τις χρυσές του ακτίνες για να τους ζεστάνει. Οι μόνοι επισκέπτες τους είναι τα φίδια, που κουλουριάζονται μέσα στα πέτρινα σπίτια τους και μέσα τους. Τα όμοια με τα όμοια, θα έλεγε κανείς. Δηλητήριο έσταζαν και αυτοί κάποτε. Άνθρωποι που προκαλούν πια τη λύπη μας και ποτέ το θαυμασμό μας. Νόμιζαν ότι σημασία έχει να κερδίζουν πολλές μάχες και τελικά έχασαν τον πόλεμο. Έχασαν τον εαυτό τους. Ανεξήγητη θα παραμείνει στους αιώνες τέτοιου είδους συμπεριφορά. Μόνο ο κακός κάνει κακό στους άλλους. Ο καλός άνθρωπος, ακόμα και όταν του κάνουν, δεν μπορεί. Έχει ένα όριο μέσα του, που δεν τον αφήνει να φερθεί με τον ίδιο τρόπο. Θέλει πολύ κακία για να ξεπεράσεις κάθε όμορφο συναίσθημα της ψυχής σου και να οδηγηθείς σε τούτους τους δρόμους. Ανεπίστροφοι δρόμοι.
Αμετανόητα ανεπίστροφοι…

Τα χωριά ήταν πολλά όμως εγώ σας εξηγώ τα, κατά τη γνώμη μου, σημαντικότερα. 
Το τελευταίο μεγάλο χωριό που αξίζει την προσοχή μας, λεγόταν Παράδεισος.
Στον Παράδεισο λοιπόν κυβερνά η Αγάπη. Μια γυναίκα ώριμη, αλλά πανέμορφη. Τα μαλλιά της μαύρα σαν της νύχτας, λουσμένα με αστέρια και τα ρούχα της πάντα κατάλευκα σαν την ψυχή της. Σε αυτό το χωριό όλοι ζουν ήσυχα και αρμονικά. Δεν υπάρχουν καβγάδες ούτε ζήλιες. Η Αγάπη, πάντα με σύνεση, κάνει καλά τη δουλεία της.
Τα σπίτια τους είναι αξιοθαύμαστα. Σε όλα έχει κήπο με κάθε είδους δέντρο και λουλούδια που γεμίζουν ευωδία όλους τους δρόμους της περιοχής αυτής. Τα χρώματα που στολίζουν το εσωτερικό τους σαν ουράνιο τόξο βαμμένα. Οι δρόμοι είναι στολισμένοι με παιδικές φιγούρες, γέλια και φωνές που έρχονται στα αυτιά σαν μαγικές μελωδίες. Σε υπνωτίζουν. Οι μεγαλύτεροι μαζεύονται στην πλατεία και συζητούν διάφορα θέματα μεταξύ τους. Περνώντας από εκεί κοντοστάθηκα, γιατί το αυτί μου έπιασε το όνομα του Έρωτα. Έκατσα να ακούσω. Λέγανε λοιπόν πόσο πολύ θα ήθελαν να βρεθούν έστω μια φορά, μια μέρα στην μεγάλη πόλη του Έρωτα. Να χτυπηθούν, έστω ελαφρά, από τα κόκκινα βέλη του και να νοιώσουν όλη τη λαχτάρα και την επιθυμία που νοιώθουν οι τυχεροί, κατά αυτούς, κάτοικοι εκείνης της πολιτείας που τους ήταν παντελώς άγνωστη. Δεν άντεξα, σηκώθηκα και φώναξα. Μα είστε τρελοί! Αχάριστοι! Ζείτε μέσα στην αρμονία και στην Αγάπη. Η ζωή σας είναι ήρεμη χωρίς προβλήματα και στενοχώριες. Ότι κοιτάτε γύρω σας είναι τρομερά πανέμορφο και εσείς ζητάτε να πάτε στην Επιθυμία;;;
Τότε ο γηραιότερος αυτών σηκώθηκε και μου μίλησε με μια φωνή που έσταζε πίκρα. 
«Το να ζεις την κάθε σου μέρα σε έναν τέλειο κόσμο, Κόλαση είναι κι αυτό, μη νομίζεις. Η τελειότητα αυτού του τόπου, μας έκανε σαν μηχανές κινούμενες. Δεν περιμένουμε τίποτα, δεν καρδιοχτυπούμε για τίποτα, δεν επιθυμούμε και δεν φανταζόμαστε ΤΙΠΟΤΑ! Ναι, δε λέω η Αγάπη μας κυβέρνησε όλη μας τη ζωή αρμονικά, μας πρόσφερε τα πάντα, αλλά γερνώντας καταλάβαμε πως το χωριό μας ήταν ένα γυάλινο, ολόχρυσο κλουβί. Πως η ησυχία μας έπνιξε και μόνο η αγάπη για τα μικρά παιδιά, μας κρατούσε ζωντανούς».
Έφυγα προβληματισμένος. Ο γέροντας είχε δίκιο. Δε το είχα σκεφτεί ποτέ μου, πως και ο Παράδεισος ανήκει στην Κόλαση. Το καλύτερο θα ‘ταν όλα να συνυπάρχουν στη ζωή μας και η αγάπη με τον έρωτα να κυβερνούσαν αυτά και τα τόσα άλλα χωριά μαζί. Αλλά δυστυχώς σπάνια συμβαίνει. Αν λοιπόν σας συμβεί, να βρεθείτε σε έναν τέτοιο τόπο Αγάπης και Έρωτα μαζί μην γυρίσετε την πλάτη σας. Μην ψάξετε άλλες πολιτείες για να ζήσετε. Γιατί εκεί κάτι εξαίσιο σας περιμένει. Κάτι αληθινά σημαντικό!
Η ευτυχία! 




ΤΕΛΟΣ

27/11/12

Γράμμα 13: Mου λείπεις







Τις ώρες της αδυσώπητης μοναξιάς
όταν σε συλλογίζομαι
τις νύχτες που λιγοστεύει το φως
όταν είναι χλωμό το φεγγάρι
σε ώρες απέλπιδες σε περιμένω
δε βολεύομαι στη λησμονιά
σε γυρεύω!

Μου λείπεις, αλλά υπάρχεις σαν αγέρας
που μουδιάζει το είναι μου, το νου μου
εικόνα ανέγγιχτη να λικνίζεσαι
μπροστά μου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου