VI
Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,
άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω
Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις
άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης
Και με το δάχτυλο απλωτό μου τάδειχνες ένα-ένα
τα όσα γλυκά, τα όσα καλά κι αχνά και ροδισμένα
Και μούδειχνες τη θάλασσα να φέγγει πέρα, λάδι,
και τα δεντρά και τα βουνά στο γαλανό μαγνάδι
Και τα μικρά και τα φτωχά, πουλιά, μερμήγκια, θάμνα,
κι αυτές τις διαμαντόπετρες που ίδρωνε δίπλα η στάμνα.
Μα, γιόκα μου, κι αν μούδειχνες τ’ αστέρια και τα πλάτια,
τάβλεπα εγώ πιο λαμπερά στα θαλασσιά σου μάτια.
Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκειά, ζεστή κι αντρίκια
τόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια
Και μούλεες, γιε, πως όλ’ αυτά τα ωραία θάναι δικά μας,
και τώρα εσβήστης κ’ έσβησε το φέγγος κ’ η φωτιά μας.
Γιάννης, Ρίτσος, ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ, 1936
πηγή: http://ibisclub.blogspot.gr/2009/10/m-m.html
****************************************************
Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,
άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω
Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις
άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης
Και με το δάχτυλο απλωτό μου τάδειχνες ένα-ένα
τα όσα γλυκά, τα όσα καλά κι αχνά και ροδισμένα
Και μούδειχνες τη θάλασσα να φέγγει πέρα, λάδι,
και τα δεντρά και τα βουνά στο γαλανό μαγνάδι
Και τα μικρά και τα φτωχά, πουλιά, μερμήγκια, θάμνα,
κι αυτές τις διαμαντόπετρες που ίδρωνε δίπλα η στάμνα.
Μα, γιόκα μου, κι αν μούδειχνες τ’ αστέρια και τα πλάτια,
τάβλεπα εγώ πιο λαμπερά στα θαλασσιά σου μάτια.
Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκειά, ζεστή κι αντρίκια
τόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια
Και μούλεες, γιε, πως όλ’ αυτά τα ωραία θάναι δικά μας,
και τώρα εσβήστης κ’ έσβησε το φέγγος κ’ η φωτιά μας.
Γιάννης, Ρίτσος, ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ, 1936
Μάιος 1936 οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης κηρύττουν απεργία ζητώντας αύξηση των ημερομισθίων(αφιέρωμα Α,Β).
Σύντομα και άλλα εργατικά συνδικάτα ενώνονται μαζί τους και η απεργία
αποκτά πανεργατικό χαρακτήρα. Οι αστυνομικές αρχές απαγορεύουν στην
πορεία των εργατών να πλησιάσει στο κτίριο διοίκησης της πόλης. Στις 9
Μαΐου πραγματοποιούνται σοβαρά επεισόδια μεταξύ διαδηλωτών και τοπικών
αρχών που έχουν σαν απολογισμό δεκάδες τραυματίες και 12 νεκρούς. Ο λαός
της Θεσσαλονίκης ξεσηκώνεται και η απεργία αποκτά χαρακτήρα εξέγερσης.
Αυτή
η μέρα είναι παραπάνω από σημαδιακή όχι μόνο για τα θλιβερά επεισόδια
αλλά κυρίως γιατί αποτέλεσε την αφορμή για την ποιητική στροφή ενός
ολόκληρου έθνους.
Την
επόμενη μέρα δημοσιεύεται στην εφημερίδα Ριζοσπάστης η εικόνα της μάνας
του διαδηλωτή Τάσου Τούση, που θρηνεί πάνω από το άψυχο σώμα του γιου
της(φωτογραφία αριστερά). Ο Γιάννης Ρίτσος στιγματίζεται και εμπνέεται
από τον θρήνο της μάνας και ξεκινά να γράφει τους πρώτους στίχους από
τον “Επιτάφιο”. Σε 3 μέρες γράφει 14 από τα 20 συνολικά ποιήματα και
δημοσιεύει 3 από αυτά στο φύλλο της εφημερίδας του Ριζοσπάστη στις 12
Μαΐου. Εν το μεταξύ ο αγώνας των εργαζομένων δικαιώνεται με την αποδοχή
των αιτημάτων τους, την ίδια ώρα που το έργο του Ρίτσου λογοκρίνεται
έντονα από τοπικές αρχές και πολιτικούς. Στις 8/6/1936 ο «Επιτάφιος»
κυκλοφορεί σε 10.000 αντίτυπα, ενώ το εξώφυλλο του βιβλίου(ξυλογραφία) επιμελείται ο χαράκτης Λυδάκης. Η έκδοση προκαλεί έντονες αντιδράσεις από τη δικτατορία Μεταξά οι οποίες και οδηγούν στην πυρά πληθώρα αντιγράφων. πηγή: http://ibisclub.blogspot.gr/2009/10/m-m.html
****************************************************
Σύνθεση: Μίκης Θεοδωράκης
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Ερμηνεία: Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου