Πάνω
γονατίζει το
στερέωμα
και
κάτω
σέρνονται τα
νερά
Να ήμουν
κύμα
πάντα το ήθελα
Φώναξέ με…κύμα σου
Μια πόλη
στα τέσσερα
διπλώνω
να φτιάξω το
βαπόρι μου
Θυμάμαι
την κατασκευή
με το χαρτί
στα παιδικά μου
χέρια
Γνώριζα πάντα
την αλήθεια
κι οι αποστάσεις
δε με τρόμαξαν
ποτέ
Κι ίσως
σαν κύμα που
είμαι
κατέχω τα
μυστικά
των μυστικών
και δεν τρομάζω
Κοιμίζω την
πόλη
πάνω μου
να στερεώσω
τα θεμέλιά της
Χαράζω τα
χείλη μου
με τ’ όνομά της
και -
δεν παλεύομαι -
στο στόμα τη
φιλώ
να ποτιστεί με
το αίμα μου
που την ψελλίζει
…πόλη μου…
Δυο φανοστάτες
έρημοι
τα μάτια μου
έμπυροι
φωτίζουν
τις πορείες της
την άβυσσο του
φαραγγιού της, που
διατήρησα με
κόπο
στο βάθος
του λυγμού της
Κι εκεί που
σύρθηκαν τα νερά
ναυάγησαν τα
καράβια
Σήκωσα στην
πλάτη μου
τα κρυφά
απωθημένα και
τους πόθους
των πληρωμάτων
κι έκανα ανάσταση
νεκρών
πετώντας στα βράχια
τη γάγγραινα
του ακατόρθωτου
Μετά
την ερωτική ομολογία
έγλυψα άμμο
κι έγειρα
να ξεπλυθώ
από την πίσσα
των λεωφόρων..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου